- σαλιγκάρια
- Κοινό όνομα των πνευμονοφόρων χερσαίων γαστερόποδων, που είναι προικισμένα με ελικοειδές όστρακο (οικογένεια Ελικιδών) και ανήκουν στο γένος έλιξ (helix) και σε συγγενή γένη που περιλαμβάνουν πολλά είδη. Το όστρακο είναι ευρύ και γενικά δεξιόστροφο: μέσα σ’ αυτό αποσύρεται το ζώο για να προστατευτεί από σκαντζόχοιρους, τυφλοπόντικες, φρύνους ή για να περάσει σε νάρκη τις ψυχρές, θερμές ή ξηρές περιόδους. Όταν οι συνθήκες του περιβάλλοντος κάνουν αδύνατη την ενεργή ζωή τους, το σ. αποσύρεται στο όστρακο και εκκρίνει ένα γλοιώδες υλικό, που είναι διαποτισμένο από ασβεστώδη σωματίδια τα οποία στερεοποιούνται με την επαφή με τον αέρα· σχηματίζεται έτσι ένα πορώδες κάλυμμα, το επίφραγμα, που προστάτευα το ζώο και του επιτρέπει να αναπνέει· το σ. μπορεί να αντέξει σε τέτοιες συνθήκες για μερικά χρόνια χωρίς να τρέφεται. Το όστρακο, που σχηματίζεται από εκκρίσεις του άκρου του μανδύα, έχει διαφορετικά σχήματα, σφαιρικά, επίπεδα και κυκλικά και συχνά είναι διακοσμημένο με γραμμές, στιγμές, λουρίδες σκούρες, εγκάρσιες ή διαμήκεις ανάλογα με τη σπειροειδή περιστροφή· ανάλογα με τα είδη οι διαστάσεις του ποικίλλουν από λίγα χιλιοστά ως μερικά εκατοστά.
Από το όστρακο προεξέχουν το κεφάλι και το πόδι. Το πρώτο φέρει τέσσερις συσταλτές κεραίες, που είναι αισθητήρια όργανα· τα μάτια βρίσκονται στις άκρες των δύο μακρύτερων κεραιών· η στοματική κοιλότητα είναι εφοδιασμένη μ’ ένα ισχυρό ξύστρο, δηλαδή ένα κεράτινο έλασμα με πολλά μικρά δόντια, με το οποίο είναι επενδυμένο το σαρκώδες μέρος της γλώσσας. Το πόδι είναι μυώδες κινητήριο όργανο, προικισμένο στην κοιλιά με αδένες που εκκρίνουν μια αργυρόχρωμη και ιριδίζουσα βλέννα, η οποία έχει προστατευτικές ιδιότητες.
Τα σ. είναι «ανεπαρκή» ερμαφρόδιτα και αναπαράγονται με αβγά (60-90) που ανοίγουν σε 15-30 ημέρες. Τα γαστερόποδα αυτά συμπληρώνουν την ανάπτυξη τους σ’ ένα χρόνο περίπου· ζουν κατά μέσο όρο δύο ή τρία χρόνια και είναι διαδομένα σε όλη την υδρόγειο· ενώ πολυάριθμα είδη προτιμούν δροσερά ή σκιερά μέρη, υπάρχουν μερικά αλπικά και ερημικά σ. που μπορούν να αντέχουν αντίστοιχα σε χαμηλές και υψηλές θερμοκρασίες. Στις δασώδεις περιοχές της Αφρικής ζουν εδώδιμα είδη τεράστιων διαστάσεων, τα όστρακα των οποίων φτάνουν τα 15-20 εκ. Τα σ. τρέφονται προπάντων με φυτά και σπάνια με ζωικές ουσίες- είναι βλαβερά για τη γεωργία, γιατί καταστρέφουν φυτώρια, μποστάνια και δεντρόκηπους. Μερικά είδη ανοίγουν τρύπες στα ασβεστώδη πετρώματα με έκκριση ενός οξέος. Τα σ. είναι εδώδιμα, αλλά μπορούν να μεταδώσουν λοιμώδεις ασθένειες, γιατί μεταφέρουν παθογενή σπέρματα. Ένα άλλο είδος σ., που μοιάζει πολύ με το προηγούμενο, είναι ο γυμνοσάλιαγκας (Umax), o οποίος ανήκει στην οικογένεια των Λειμακιδών, της τάξης των πνευμονοφόρων.
Οι Λειμακίδες έχουν επίμηκες και ρυτιδωτό σώμα με ένα ραχιαίο εξόγκωμα σε σχήμα ασπίδας στην οποία είναι βυθισμένο το υποτυπώδες όστρακο τους, που έχει σχήμα ωοειδούς δίσκου με ομόκεντρες ραβδώσεις. Το πόδι έχει μήκος όσο το σώμα, αλλά δεν ξεχωρίζει καθαρά· το κεφάλι φέρει τέσσερις κεραίες που είναι όργανα όσφρησης και αφής: οι δυο μακρύτερες φέρουν στα άκρα τα μάτια. Τα σ. αυτά εκκρίνουν ένα σάλιο που χρησιμεύει προπάντων για να διατηρεί υγρή την επιφάνεια του σώματος και για να γλιστρά καλύτερα στις πέτρες και στα φυτά. Τα Γαστερόποδα αυτά τρέφονται με φυτικές ουσίες, με οργανικά υπολείμματα, καθώς και με σκουλήκια και μικρά έντομα· πολλά είδη είναι νυχτόβια. Οι γυμνοσάλιαγκες, που είναι διαδομένοι σχεδόν παντού, αλλά ιδιαίτερα στις περιοχές με εύκρατο κλίμα, προτιμούν τα δροσερά και υγρά μέρη: ένα κοινό είδος στην Ευρώπη είναι ο λείμαξ ο αγροδίαιτος (Umax agrestis).
Οι γυμνοσάλιαγκες της οικογένειας των Αριωνιδών δεν έχουν όστρακο και αντίθετα έχουν κάτω από το ραχιαίο εξόγκωμα πολλές α-σβεστώδεις κοκκιώσεις. Μεταξύ των ειδών που απαντιούνται στην Ευρώπη είναι ο αρίων ο πυρόχρωμος (arion rufus), μήκους κατά μέσο όρο 13 εκ., και ο αρίων ο κηπαίος (arion hortensis), το μήκος του οποίου δεν ξεπερνά γενικά τα 5 εκ.· τα αβγά του τελευταίου για δέκα περίπου ημέρες μετά τη γέννηση τους παρουσιάζουν ελαφρό φωσφορισμό.
Τα σαλιγκάρια είναι διαδομένα σε όλη την υδρόγειο και θεωρούνται, σε πολλές χώρες εξαίρετο έδεσμα.
Οι γυμνοσάλιαγκες προτιμούν εύκρατα κλίματα και υγρά και δροσερά μέρη.
Όστρακα σαλιγκαριών που ήρθαν στο φως από ομάδα παλαιοντολόγων στη Σεβίλη της Ισπανίας (φωτ. ΑΠΕ).
Dictionary of Greek. 2013.